Brisant στα ελληνικά
Μετάφραση: brisant, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητήσιμος, πτητικός, εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- brillenträger στα ελληνικά - φορώντας, φοράει, φορούν, φορούσε, φθορά
- bringen στα ελληνικά - μεταδίδω, φέρνω, παίρνω, κουβαλώ, μεταφέρω, αποκτώ, μεταβιβάζω, ...
- brise στα ελληνικά - αέρας, αεράκι, αύρα, ατμόσφαιρα, αύρας, αύρα της, παιχνιδάκι
- brite στα ελληνικά - γυναίκα, Βρετανός, Βρετανό, Βρετανού, Briton, Βρετανός για
Τυχαίες λέξεις
Brisant στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητήσιμος, πτητικός, εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά
Μεταφράσεις: επίμαχος, αμφιλεγόμενος, αμφισβητήσιμος, πτητικός, εκρηκτικός, εκρηκτική, εκρηκτικό, εκρηκτικές, εκρηκτικά