Λέξη: ρομαντικός

Σχετικές λέξεις: ρομαντικός

ρομαντικός εθνικισμός, ρομαντικός ιστορισμός, ρομαντικός επίλογος καρούζος, ρομαντικός συνώνυμα, ρομαντικός κλασικισμός, ρομαντικός ρήνος, ρομαντικός αντιεξουσιαστής, ρομαντικός άντρας, ρομαντικός δρόμος, ρομαντικός γάμος

Συνώνυμα: ρομαντικός

ρωμαντικός

Μεταφράσεις: ρομαντικός

ρομαντικός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
romantic, a romantic, romance

ρομαντικός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
romántico, romántica, románticos, románticas

ρομαντικός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
romantisch, verliebt, Romantiker, romantischen, romantische

ρομαντικός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amoureux, romanesque, romantique, romantiques, en amoureux

ρομαντικός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
romantico, romantica, romantiche, romantici

ρομαντικός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
romântico, roménia, romântica, românticos, romantico, românticas

ρομαντικός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
romantisch, romantische, een romantisch

ρομαντικός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
романический, придуманный, романтичность, романтический, фантастический, романтик, вымышленный, романтическая, романтической, романтические, романтичный

ρομαντικός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
romantisk, romantiske, Romantic, for romantiske, romantiske reiser

ρομαντικός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
romantisk, romantiska, Romantic, romantiskt, romantiker

ρομαντικός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
romanttinen, romanttisen, romanttista, romanttisia, romantic

ρομαντικός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
romantisk, romantiske, Romantic, Romantik, romantisk stil

ρομαντικός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
romantický, romantické, romantická, romantisch, romantickou

ρομαντικός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
romantyka, sercowy, romantyczny, romantyk, nastrojowy, romantyczna, romantyczne, romantycznych

ρομαντικός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
romantikus, családi, a romantikus, vadregényes

ρομαντικός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
romantik, Romantic, romantik bir, en romantik

ρομαντικός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
романтик, фантастичний, романтичний, романтичну, романтична, романтичне

ρομαντικός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
romantik, romantike, romantike të, më romantike

ρομαντικός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
романтичен, романтична, романтично, романтичната, романтични

ρομαντικός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
рамантычны, рамантычную, рамантычная, рамантычнае

ρομαντικός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
romantiline, romantilise, romantilist, romantic, romantilised

ρομαντικός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
romantike, pustolovan, romantičan, sanjarski, romantična, romantično, romantični, romantične

ρομαντικός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rómantísk, rómantískt, rómantíska, rómantískum stíl, í rómantískum stíl

ρομαντικός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
romantiškas, romantinis, romantiška, romantic, romantišką, romantinė

ρομαντικός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
romantisks, fantastisks, romantisku, romantiska, romantiskā, romantiski

ρομαντικός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
романтична, романтичен, романтично, романтични, романтичната

ρομαντικός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
romantic, romantică, romantica, romantice, romantică în

ρομαντικός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
romantik, romantična, romantični, romantičen, romantično, romantične

ρομαντικός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
romantik, romantický, romantické
Τυχαίες λέξεις