Λέξη: φακές

Σχετικές λέξεις: φακές

φακές αργυρώ, φακές σαλάτα, φακές συνταγή, φακές σούπα αργυρώ, φακές με πλιγούρι, φακές στα αγγλικά, φακές θερμίδες, φακές σαλάτα θερμίδες, φακές συνταγές, φακές εγκλουβής, συνταγή φακές, φακές σούπα, σαλάτα φακές, φακες

Μεταφράσεις: φακές

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lentils, lentil, of lentils
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lentejas, las lentejas, lenteja, de lentejas
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Linsen, lentils
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
lentille, lentilles, les lentilles, des lentilles, de lentilles
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
lenticchie, le lenticchie, di lenticchie, lenticchia, lentils
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
lentilhas, lentilha, as lentilhas, lentils
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
linzen, de linzen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
чечевица, чечевицы, чечевицу, чечевицей, чечевице
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
linser, lentils, linsene, linse
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
linser, lentils, linserna, lin
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
linssit, linssejä, linssien, lentils, linssin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
linser, linserne, af linser
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čočka, čočky, čočkou, čočku
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
soczewica, soczewicy, soczewicą, soczewicę, lentils
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
lencse, lencsét, a lencse, a lencsét, lencsék
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mercimek, mercimekler
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сочевиця, чечевиця
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
thjerrëzat, thjerrëza, thjerrëzat e, thjerrëza të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
леща, лещата
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сачавіца
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
läätsed, läätsede, läätsesid, läätsedest, läätsi
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
leća, leće
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
linsubaunir, linsurnar, til linsurnar
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lęšiai, lęšių, lęšius, lentils
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
lēcas, lēcām, lēcu, lentils
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
леќа, леќата
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
linte, lintea, de linte, boabe de linte
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
očka, leča, leče, lečo, lentils
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
očka, šošovka, šošovica, šošovky

Στατιστικά δημοτικότητας: φακές

Τυχαίες λέξεις