Diejenige στα ελληνικά

Μετάφραση: diejenige, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
που, εκείνος, το ένα, αυτός, εκείνη, εκείνο, αυτή που
Diejenige στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • diebstahl στα ελληνικά - κλοπή, κλοπής, την κλοπή, της κλοπής, κλοπές
  • diebstähle στα ελληνικά - κλοπές, κλοπών, τις κλοπές, κλοπής, οι κλοπές
  • diele στα ελληνικά - αίθουσα, προθάλαμος, λόμπι, διάδρομος, διάδρομο, χωλ, διαδρόμου, ...
  • dielektrisch στα ελληνικά - διηλεκτρικός, Διηλεκτρικά, Διηλεκτρική, Διηλεκτρικές, Τα διηλεκτρικά
Τυχαίες λέξεις
Diejenige στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: που, εκείνος, το ένα, αυτός, εκείνη, εκείνο, αυτή που