Einordnen στα ελληνικά
Μετάφραση: einordnen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί
Μεταφράσεις
- autorisation στα ελληνικά - εξουσιοδότηση, άδεια, άδειας, έγκριση, αδείας
- beichtkind στα ελληνικά - μετανοών, μετανιωμένος, μετανοημένος, μετανοημένο, μετανοημένοι
- bekundete στα ελληνικά - εκφράζεται, εξέφρασε, εκφράζονται, εξέφρασαν, εξέφρασε την
- bereist στα ελληνικά - ταξίδεψε, ταξιδέψει, ταξίδεψαν, διανύσει, ταξίδευαν
Τυχαίες λέξεις
Einordnen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί
Μεταφράσεις: λιμάρω, πίφερο, υποβάλλω, ταξινόμηση, ταξινομούν, κατατάσσουν, κατατάξει, ταξινομεί