Engelhaft στα ελληνικά
Μετάφραση: engelhaft, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυκός, καραμέλα, αγγελικός, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
Μεταφράσεις
- abordnung στα ελληνικά - αντιπροσωπεία, εξουσιοδότηση, αποστολή, παραγγελία, παραγγέλλω, απόσπαση, απόσπασης, ...
- andauern στα ελληνικά - εξέδρα, να συνεχίσει, συνεχίσει, να συνεχίσουν, συνεχίζουν, συνεχίσουν
- aufschiebbar στα ελληνικά - έσπρωξε, πίεσε, ώθησε, ωθείται, ωθούνται
- büßerin στα ελληνικά - μετανοών, μετανιωμένος, Penitent, μετανοημένος, μετανοημένο
Τυχαίες λέξεις
Engelhaft στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυκός, καραμέλα, αγγελικός, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές
Μεταφράσεις: γλυκός, καραμέλα, αγγελικός, αγγελική, αγγελικό, αγγελικά, αγγελικές