Entsteinen στα ελληνικά
Μετάφραση: entsteinen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορυχείο, πέτρα, λάκκος, λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abhängigkeiten στα ελληνικά - εξαρτήσεις, εξαρτήσεων, τις εξαρτήσεις, των εξαρτήσεων, αλληλεξαρτήσεις
- autobiographien στα ελληνικά - βιογραφίες, βιογραφικά, βιογραφιών, τις βιογραφίες, βιογραφίες γλωσσάρι
- bieder στα ελληνικά - άξιος, τίμιος, έντιμος, ειλικρινής, ειλικρινείς, είμαι ειλικρινής
- bläulich στα ελληνικά - υποκύανος, μπλε, γαλαζωπό, γαλαζωπή, κυανωπό
Τυχαίες λέξεις
Entsteinen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορυχείο, πέτρα, λάκκος, λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις: ορυχείο, πέτρα, λάκκος, λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη