Erschütterung στα ελληνικά
Μετάφραση: erschütterung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σοκ, αναταραχή, κραδασμός, κρούση, δόνηση, σάλος, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, δονήσεις
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abscheulichkeit στα ελληνικά - σίχαμα, απέχθεια, αποστροφή, βδέλυγμα, βδελυγμα, το βδέλυγμα, βδελυγμία
- alters στα ελληνικά - ηλικίες, ηλικιών, ηλικίας, των ηλικιών, τις ηλικίες
- angriffsziel στα ελληνικά - αντικειμενικός, σκοπός, στόχος, στόχου, αντικειμενικά
- aufgeladen στα ελληνικά - χρεώνεται, φορτισμένη, χρεώνονται, χρεωθεί, φορτισμένα
Τυχαίες λέξεις
Erschütterung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σοκ, αναταραχή, κραδασμός, κρούση, δόνηση, σάλος, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, δονήσεις
Μεταφράσεις: σοκ, αναταραχή, κραδασμός, κρούση, δόνηση, σάλος, κραδασμούς, κραδασμών, δόνησης, δονήσεις