Σοκ στα γερμανικά
Μετάφραση: σοκ, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
betroffenheit, stoß, erschütterung, schockieren, schock, schlag, Schock, Schlag, Stoß
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σοκ
σοκ η παπούλια πέθανε στον ύπνο της, σοκ αν το δείς στο στηθοσ της γυναικασ τρέχα, σοκ συνωνυμα, σοκ λιντερ, σοκ ξυλοκόπησε τη μητέρα του σε στούντιο εκπομπής, σοκ λεξικό γλώσσας γερμανικά, σοκ στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- σοβατζής στα γερμανικά - gipser, Stuckateur, Gipser, plasterer, Stukkateur
- σοδειά στα γερμανικά - ernteertrag, ernte, getreide, ertrag, ergeben, gewinn, schnitt, ...
- σοκάκι στα γερμανικά - allee, weg, pfad, gasse, bahn, Seitengasse, backstreet, ...
- σοκολάτα στα γερμανικά - schokolade, Schokolade, Schokoladen, chocolate, Schoko
Τυχαίες λέξεις
Σοκ στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: betroffenheit, stoß, erschütterung, schockieren, schock, schlag, Schock, Schlag, Stoß
Μεταφράσεις: betroffenheit, stoß, erschütterung, schockieren, schock, schlag, Schock, Schlag, Stoß