Fürstlich στα ελληνικά
Μετάφραση: fürstlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ηγεμονικός, βασιλικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abschweifende στα ελληνικά - ασυνάρτητος, απλωμένος, rambling, πεζοπορία, φλύαρες
- beschäftigten στα ελληνικά - μισθωτούς, μισθωτών, μισθωτή, μισθωτός, μισθωτοί
- deprivation στα ελληνικά - στέρηση, στέρησης, στερητική, στερήσεις, η στέρηση
Τυχαίες λέξεις
Fürstlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ηγεμονικός, βασιλικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά
Μεταφράσεις: ηγεμονικός, βασιλικός, πριγκηπικό, αρχοντικής, πριγκιπικό, πριγκηπικά