Fallen στα ελληνικά
Μετάφραση: fallen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίνω, ξεπεσμός, μαρασμός, πτώση, πέφτω, καταγωγή, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abfertigungen στα ελληνικά - αποζημιώσεις απόλυσης, τις αποζημιώσεις απόλυσης, αποζημιώσεων απόλυσης, αποζημιώσεις λόγω απολύσεων, αποζημιώσεις λόγω απόλυσης
- ausdauernd στα ελληνικά - εργατικός, επιμελής, επίμονος, επίμονη, ανθεκτικές, επίμονες, επίμονο
- besorgniserregend στα ελληνικά - ανησυχητικό, ανησυχητική, ανησυχητικές, ανησυχητικά, ανησυχία
- computersystemoperateure στα ελληνικά - σύστημα του υπολογιστή, το σύστημα του υπολογιστή, σύστημα υπολογιστή, συστήματος του υπολογιστή, σύστημα ηλεκτρονικού υπολογιστή
Τυχαίες λέξεις
Fallen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίνω, ξεπεσμός, μαρασμός, πτώση, πέφτω, καταγωγή, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν
Μεταφράσεις: κλίνω, ξεπεσμός, μαρασμός, πτώση, πέφτω, καταγωγή, εκπίπτω, εμπίπτουν, εμπίπτει, πέσει, πέφτουν