Feindlichkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: feindlichkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εχθρότητα, καταφορά, εμπάθεια, κακεντρέχεια, εχθρότητας, την εχθρότητα, εχθρικότητα, εχθρική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abscheidungsstoff στα ελληνικά - επισπεύδω, υλικό, υλικού, υλικών, υλικά, ύλη
- befruchtet στα ελληνικά - γονιμοποιημένα, γονιμοποιημένο, γονιμοποιημένων, γονιμοποιημένου, γονιμοποιηθεί
- bäderkunde στα ελληνικά - μπάνια, μπάνιο, λουτρά, τα μπάνια
- despoten στα ελληνικά - δεσπότες, δεσποτών, δυνάστες, τυράννων, τυράννους
Τυχαίες λέξεις
Feindlichkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εχθρότητα, καταφορά, εμπάθεια, κακεντρέχεια, εχθρότητας, την εχθρότητα, εχθρικότητα, εχθρική
Μεταφράσεις: εχθρότητα, καταφορά, εμπάθεια, κακεντρέχεια, εχθρότητας, την εχθρότητα, εχθρικότητα, εχθρική