Freiwilligen στα ελληνικά

Μετάφραση: freiwilligen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εθελοντικά, εκούσια, εκουσίως, εθελοντικός, εθελοντική, εθελοντικές, εθελοντικής, εθελοντικών
Freiwilligen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anlasser στα ελληνικά - ορεκτικό, αφέτης, μίζα, Starter, μίζας, εκκινητή, της μίζας
  • bauteil στα ελληνικά - εξάρτημα, συστατικός, συστατικό, συνιστώσα, συστατικού, στοιχείου
  • bergung στα ελληνικά - διασώζω, διάσωση, ανάκτηση, ανάκτησης, ανάκαμψη, αποκατάστασης, ανάκαμψης
  • desorganisierte στα ελληνικά - αποδιοργανωμένη, αποδιοργανωμένο, ανοργάνωτο, ανοργάνωτη, ανοργάνωτα
Τυχαίες λέξεις
Freiwilligen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εθελοντικά, εκούσια, εκουσίως, εθελοντικός, εθελοντική, εθελοντικές, εθελοντικής, εθελοντικών