Εθελοντικά στα γερμανικά
Μετάφραση: εθελοντικά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
freiwilligen, freiwillig, freiwilliger Basis, freiwillige, freiwilliger
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εθελοντικά
εθελοντικά προγράμματα στο εξωτερικό, εθελοντικά προγράμματα καλοκαίρι 2014, εθελοντικά ταξίδια, εθελοντικά προγράμματα καλοκαίρι 2013, εθελοντικά προγράμματα 2014, εθελοντικά λεξικό γλώσσας γερμανικά, εθελοντικά στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- εθίζω στα γερμανικά - Süchtige, Süchtigen, addict, Süchtiger
- εθελοντής στα γερμανικά - freiwillige, freiwilliger, volontär, Freiwillige, freiwilligen, Freiwilliger, ehrenamtliche
- εθελοντικός στα γερμανικά - freiwillig, freiwillige, freiwilligen, freiwilliger
- εθιμοτυπία στα γερμανικά - zeremonie, feierlichkeit, zeremoniell, etikett, feier, Etikette, Umgangsformen, ...
Τυχαίες λέξεις
Εθελοντικά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: freiwilligen, freiwillig, freiwilliger Basis, freiwillige, freiwilliger
Μεταφράσεις: freiwilligen, freiwillig, freiwilliger Basis, freiwillige, freiwilliger