Gekörnt στα ελληνικά

Μετάφραση: gekörnt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμμώδης, κοκκώδης, κοκκώδη, κοκκώδες, κοκκώδους, κόκκους
Gekörnt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anspitzend στα ελληνικά - ακόνισμα, ακονισμα, όξυνση, όξυνσης, ακονίσματος
  • auflehnende στα ελληνικά - αποκρουστικός, απεχθής, αποκρουστικό, επαναστατούν, αντιπαθητική
  • bewässerung στα ελληνικά - άρδευση, άρδευσης, αρδευτικών, την άρδευση, αρδευτικά
  • bipolar στα ελληνικά - διπολικός, διπολική, διπολικής, διπολικό, διπολικών
Τυχαίες λέξεις
Gekörnt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμμώδης, κοκκώδης, κοκκώδη, κοκκώδες, κοκκώδους, κόκκους