Geringelt στα ελληνικά

Μετάφραση: geringelt, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατσαρός, σγουρός, δακτυλιοειδείς, Ringed, δακτυλιώθηκε
Geringelt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • agronom στα ελληνικά - αγρονόμος, γεωπόνος, γεωπόνο, γεωπόνου, αγρονόμου
  • ambos στα ελληνικά - αμόνι, Ambos
  • archipel στα ελληνικά - αρχιπέλαγος, αρχιπελάγους, αρχιπέλαγος των, αρχιπελάγους των, αρχιπέλαγος της
  • brotkanten στα ελληνικά - φτέρνα, τακούνι, άκρη, ακμή, άκρο, ακμής, άκρου
Τυχαίες λέξεις
Geringelt στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατσαρός, σγουρός, δακτυλιοειδείς, Ringed, δακτυλιώθηκε