Geschäftlich στα ελληνικά
Μετάφραση: geschäftlich, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εμπόριο, επάγγελμα, επιτήδευμα, δουλειές, επιχείρηση, υπόθεση, δουλειά, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affektierte στα ελληνικά - επιτήδευση, νάζια, επηρεασμού, επηρεασμός, προσποίηση
- bedenkzeit στα ελληνικά - διάλλειμα, ανάπαυλα, υπαναχώρησης, δροσιστείτε, να δροσιστείτε, κρυώσει εντελώς, χαλαρώσουν
- berichterstattung στα ελληνικά - κάλυψη, την υποβολή εκθέσεων, εκθέσεων, αναφορά, αναφοράς, υποβολή εκθέσεων
- brotaufstrich στα ελληνικά - διαδίδω, απλώνω, φουντώνω, επέκταση, διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, ...
Τυχαίες λέξεις
Geschäftlich στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εμπόριο, επάγγελμα, επιτήδευμα, δουλειές, επιχείρηση, υπόθεση, δουλειά, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές
Μεταφράσεις: εμπόριο, επάγγελμα, επιτήδευμα, δουλειές, επιχείρηση, υπόθεση, δουλειά, την επιχείρηση, επιχειρήσεων, των επιχειρήσεων, επιχειρηματικές