Δουλειά στα γερμανικά

Μετάφραση: δουλειά, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
knechtschaft, sklaverei, Knechtschaft, Unfreiheit, Sklaverei, bondage, Leibeigenschaft
Δουλειά στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δουλειά

δουλεία διέλευσης, δουλεία αμερικη, δουλεία οικήσεως, δουλεία σε ακίνητο, δουλεία οδού, δουλειά λεξικό γλώσσας γερμανικά, δουλειά στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • δοσολογία στα γερμανικά - narkotisieren, betäuben, dosis, dosierung, Dosierung, Dosierungs, Dosis
  • δουκάτο στα γερμανικά - herzogtum, Herzogtum, Herzogtums, Herzogthum
  • δουλειά στα γερμανικά - problem, posten, arbeit, angelegenheit, zuteilung, bestimmung, tätigkeit, ...
  • δουλειές στα γερμανικά - sache, kundschaft, gewerbe, geschäft, klientel, geschäftlich, kaufmännisch, ...
Τυχαίες λέξεις
Δουλειά στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: knechtschaft, sklaverei, Knechtschaft, Unfreiheit, Sklaverei, bondage, Leibeigenschaft