Gewähr στα ελληνικά
Μετάφραση: gewähr, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενήμερος, γνωρίζει, επίγνωση, γνωρίζουν, γνώση
Μεταφράσεις
- abgewehrt στα ελληνικά - μπλοκαριστεί, αποκλεισμένη, αποκλειστεί, μπλοκάρει, αποκλεισμένος
- chauvinistisch στα ελληνικά - σωβινιστικός, σοβινιστική, σοβινιστικό, σοβινιστικής, σοβινιστές και
- deponierung στα ελληνικά - υγειονομική ταφή, ταφή, υγειονομικής ταφής, η υγειονομική ταφή, την υγειονομική ταφή
- drastische στα ελληνικά - δραστικός, δραστική, δραστικές, δραστικά, δραστικών
Τυχαίες λέξεις
Gewähr στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενήμερος, γνωρίζει, επίγνωση, γνωρίζουν, γνώση
Μεταφράσεις: ενήμερος, γνωρίζει, επίγνωση, γνωρίζουν, γνώση