Gewährleistung στα ελληνικά

Μετάφραση: gewährleistung, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ένταλμα, αντίκρισμα, εγγύηση, εγγυώμαι, εχέγγυο, εγγύησης, εγγύηση καλής λειτουργίας, της εγγύησης, την εγγύηση
Gewährleistung στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anhalt στα ελληνικά - αμπάρι, κρατώ, συνεχίζεται, συνέχισε, συνεχίστηκε, συνέχισαν, εξακολούθησε
  • bioverfügbarkeit στα ελληνικά - βιοδιαθεσιμότητα, βιοδιαθεσιμότητας, η βιοδιαθεσιμότητα, τη βιοδιαθεσιμότητα, της βιοδιαθεσιμότητας
  • drohende στα ελληνικά - επικείμενος, απειλή, απειλής, απειλή για, κίνδυνο, κίνδυνος
Τυχαίες λέξεις
Gewährleistung στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ένταλμα, αντίκρισμα, εγγύηση, εγγυώμαι, εχέγγυο, εγγύησης, εγγύηση καλής λειτουργίας, της εγγύησης, την εγγύηση