Gleichwertig στα ελληνικά
Μετάφραση: gleichwertig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ομοιογενής, ίσος, ίσιος, ίδιος, αντίστοιχος, σαν, ισότιμος, αρέσω, όπως, συμπαθώ, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aufsichtspflicht στα ελληνικά - ευθύνη, εποπτικά καθήκοντα, αποστολής ελέγχου, εποπτικά καθήκοντά, εποπτικές θέσεις, εποπτικά του καθήκοντα
- ausreißer στα ελληνικά - φυγόδικος, φυγάς, δραπέτης, δραπέτη, διαφυγής, ανεξέλεγκτη, runaway
- bevollmächtigter στα ελληνικά - παραγγελιοδόχος, συνήγορος, εξουσιοδοτημένο, εξουσιοδοτημένος, επιτρέπεται, εξουσιοδότησε, εγκριθεί
- bruchteil στα ελληνικά - κλάσμα, κλάσματος, μέρος, τμήμα, κλάσμα που
Τυχαίες λέξεις
Gleichwertig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ομοιογενής, ίσος, ίσιος, ίδιος, αντίστοιχος, σαν, ισότιμος, αρέσω, όπως, συμπαθώ, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες
Μεταφράσεις: ομοιογενής, ίσος, ίσιος, ίδιος, αντίστοιχος, σαν, ισότιμος, αρέσω, όπως, συμπαθώ, ισοδύναμος, ισοδύναμο, ισοδύναμη, ισοδύναμου, ισοδύναμες