Υπάκουος στα αγγλικά

Μετάφραση: υπάκουος, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
obedient, dutiful, docile, biddable, obedient to
Υπάκουος στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: υπάκουος

docile
  • υπάκουος
  • διδακτός
  • πειθήνιος
dutiful
  • υπάκουος
biddable
  • πράος
  • υπάκουος
obedient
  • υπάκουος
  • πειθαρχικός
  • ευπειθής
  • υπήκοος

Σχετικές λέξεις: υπάκουος

υπάκουος συνώνυμο, υπάκουος συνώνυμα, υπάκουος λεξικό γλώσσας αγγλικά, υπάκουος στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • υνί στα αγγλικά - ploughshare, Coulter, plow, plow share
  • υπάγω στα αγγλικά - class, go, subsume, I go, I am going, am going
  • υπάλληλος στα αγγλικά - clerk, employee, officer, official, staff member
  • υπάρχοντα στα αγγλικά - belongings, existing, current, the existing, of existing
Τυχαίες λέξεις
Υπάκουος στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: obedient, dutiful, docile, biddable, obedient to