Λέξη: επιφανής

Σχετικές λέξεις: επιφανής

επιφανής οίνος, επιφανής σημασία, επιφανής βικιλεξικο, επιφανής ετυμολογία, επιφανής οίνος αγιορείτικος τοπικός, επιφανής λεξικο, επιφανής ορισμός, επιφανής συνώνυμο, κρασί επιφανής

Συνώνυμα: επιφανής

διακεκριμένος, προεξέχων, περικλεής, ένδοξος

Μεταφράσεις: επιφανής

επιφανής στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
illustrious, prominent, eminent, a prominent, dreadful

επιφανής στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
renombrado, insigne, afamado, ilustre, famoso, prominente, destacado, importante, prominentes, destacada

επιφανής στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
erhaben, illuster, klangvoll, berühmt, prominente, prominent, prominenten, prominenter, herausragende

επιφανής στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
connu, célèbre, considérable, glorieux, renommé, marquant, éminent, illustre, réputé, remarquable, proéminent, important, importante, premier plan

επιφανής στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
celebre, illustre, famoso, prominente, importante, di primo piano, di rilievo, preminente

επιφανής στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
glorioso, famoso, proeminente, destaque, proeminentes, de destaque, importante

επιφανής στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
roemvol, welbekend, roemruchtig, gerenommeerd, vermaard, befaamd, glorieus, beroemd, glorierijk, gevierd, vooraanstaand, prominente, vooraanstaande, prominent, belangrijke

επιφανής στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
известный, прославленный, заведомый, небезызвестный, знаменитый, славный, видный, выдающийся, видным, крупное

επιφανής στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
berømt, fremtredende, framtredende, fremstående, prominente, prominent

επιφανής στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
berömd, ryktbar, känd, framträdande, framstående, stående, framskjuten

επιφανής στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mainio, maineikas, kuuluisa, näkyvä, merkittävä, näkyvästi, näkyvämpi, huomattava

επιφανής στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
berømt, fremtrædende, prominent, prominente, iøjnefaldende, fremstående

επιφανής στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
význačný, vynikající, pověstný, slavný, proslulý, známý, prominentní, přední, významný, výrazné, prominentním

επιφανής στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przesławny, znakomity, sławny, znamienny, słynny, znamienity, wybitny, widoczny, wydatny, wystający, czołowy

επιφανής στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kiemelkedő, prominens, kiemelt, feltűnő, neves

επιφανής στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ünlü, tanınmış, önemli, belirgin, önde gelen, önde

επιφανής στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відомий

επιφανής στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i mirënjohur, i spikatur, shquar, i shquar, të shquar

επιφανής στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
виден, изтъкнат, видно, важна, известен

επιφανής στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вядомы

επιφανής στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kuulus, hiilgav, silmapaistev, tuntud, olulisem, silmatorkav, olulisi

επιφανής στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uzvišen, slavan, čuven, istaknut, istaknuti, istaknuta, ugledni, izražaja

επιφανής στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áberandi

επιφανής στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
egregius, inclitus

επιφανής στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
garsus, pastebimas, iškilus, žinomas, garsių

επιφανής στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
ievērojams, slavens, izcils, ievērojama, svarīga, svarīgus, ievērojamu

επιφανής στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
истакнати, истакнатиот, истакнат, истакната, познат

επιφανής στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
celebru, proeminent, important, proeminente, proeminentă, vizibil

επιφανής στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vidno, izrazit, izrazita, izstopajoča, pomemben

επιφανής στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
prominentnej, prominentný, prominentné, prominentnú, prominentných
Τυχαίες λέξεις