Granne στα ελληνικά

Μετάφραση: granne, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μούσι, γένι, αθέρας, άγανο, awn, τέντε
Granne στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abhörgerät στα ελληνικά - οθόνη, παρακολουθώ, υποκλοπών, υποκλοπής, παρακολουθήσεων, διόρθωση προβλημάτων ή σφαλμάτων
  • althergebracht στα ελληνικά - παραδοσιακός
  • ansiedler στα ελληνικά - οικιστής, άποικος, οικιστή, εποίκων, των εποίκων
  • drosseln στα ελληνικά - πούπουλο, κάτω, βαλβίδα, πεταλούδας, γκαζιού, γκάζι, της πεταλούδας
Τυχαίες λέξεις
Granne στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μούσι, γένι, αθέρας, άγανο, awn, τέντε