Gunst στα ελληνικά
Μετάφραση: gunst, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρουσφέτι, ευνοώ, χάρη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitsraum στα ελληνικά - χώρο, χώρος, χώρου, διάστημα, κόπηκε
- bestattung στα ελληνικά - κηδεία, ταφή, κηδείας, την κηδεία, κηδεία του, κηδειών
- betrübten στα ελληνικά - στενοχωρούνται, πληγεί, πλήττονται, προσβληθεί, που πλήττονται
- dichterlinge στα ελληνικά - poetasters
Τυχαίες λέξεις
Gunst στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρουσφέτι, ευνοώ, χάρη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ
Μεταφράσεις: ρουσφέτι, ευνοώ, χάρη, εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ