Haben στα ελληνικά
Μετάφραση: haben, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αμπάρι, έχω, κρατώ, έχε, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε
Μεταφράσεις
- aggression στα ελληνικά - εχθρότητα, επιθετικότητα, επίθεση, επιθετικότητας, επίθεσης, την επιθετικότητα
- bankverbindung στα ελληνικά - απεσταλμένος
- bildplatte στα ελληνικά - δίσκος, δίσκο, δίσκων, δίσκου, στο δίσκο
- dornenstrauch στα ελληνικά - βάτος, αγκάθι, αγκάθια, το αγκάθι, ακίδα, αγκαθιών
Τυχαίες λέξεις
Haben στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αμπάρι, έχω, κρατώ, έχε, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε
Μεταφράσεις: αμπάρι, έχω, κρατώ, έχε, έχουν, έχει, πρέπει, έχετε