Hauptsache στα ελληνικά
Μετάφραση: hauptsache, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαραίτητος, ουσιώδης, θολώνω, το κύριο πράγμα, το κύριο πράγμα που, το σημαντικότερο που πρέπει, το κυριώτερο πράγμα
Μεταφράσεις
- amüsierend στα ελληνικά - διασκεδαστικός, διασκεδαστικό, διασκεδαστική, διασκεδαστικά, διασκεδάζοντας
- asket στα ελληνικά - ασκητικός, ασκητής, ασκητική, ασκητή, ασκητικό
- bekräftigt στα ελληνικά - επιβεβαίωσε, επιβεβαιωθεί, επιβεβαιώθηκε, επιβεβαιώνεται, επιβεβαίωσαν
- club στα ελληνικά - κοινωνία, εντολή, επιχρυσώνω, προσταγή, σωματείο, συντεχνία, ρόπαλο, ...
Τυχαίες λέξεις
Hauptsache στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαραίτητος, ουσιώδης, θολώνω, το κύριο πράγμα, το κύριο πράγμα που, το σημαντικότερο που πρέπει, το κυριώτερο πράγμα
Μεταφράσεις: απαραίτητος, ουσιώδης, θολώνω, το κύριο πράγμα, το κύριο πράγμα που, το σημαντικότερο που πρέπει, το κυριώτερο πράγμα