Λέξη: γεράκι

Σχετικές λέξεις: γεράκι

γεράκι στο χώμα, γεράκι ηλείασ, γεράκι πετρίτης, γεράκι λακωνίας, γεράκι ηρακλείου, γεράκι της θράκης, γεράκι του αιγαίου, γεράκι της μάλτας, γεράκι ταραντούλα τσιμπάει αράχνη και την σκοτώνει ακαριαία, γεράκι ονειροκρίτης

Συνώνυμα: γεράκι

ιέραξ, ιέρακας

Μεταφράσεις: γεράκι

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hawk, falcon, a hawk, kite, Kestrel
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
halcón, gavilán, Hawk, azor, halcón de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
falke, habicht, Falke, Habicht, hawk, Falken
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
autour, colporter, faucon, épervier, hawk, buse, autour des palombes
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
falco, hawk, gavilan, Astore, azor
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
açor, falcão, havaiano, gavião, hawk, do falcão, falcão de
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
havik, hawk, de Havik, van havik, van de Havik
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
хищник, отхаркиваться, распространять, выкашливаться, сокол, ястреб, харкать, выкашляться, Hawk, Хок, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hauk, hawk, hauken, hauke
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hök, hawk, höken, falk
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kaupata, kaupitella, haukka, Hawk, haukan, Hawkin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
høg, hawk, falken, Hawks
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
roznášet, jestřáb, hawk, sokol, jestřába, jestřábí
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
odchrząkiwać, kolportować, sokół, łupieżca, jastrząb, hawk, jastrzębia, jastrz
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
héja, torokreszelés, simítólap, köhécselés, sólyom, Hawk, ölyv, sólymos
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğan, atmaca, şahin, boğazını temizlemek, açgözlü ve saldırgan tip, işportacılık yapmak
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
козаче-соколе, соколе, яструб, сокіл, ястреб, яструба, шуліка
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjeraqinë, njeri agresiv, fajkua, hap fjalë, gjuaj me fajkoj
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ястреб, мастар, изкашлям се, връхлитам, изкашляне
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ястраб, каршак, ястреб, каршук, коршак
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kullilik, kull, radikaal, hawk, jahikull, levitama, jahikulliga küttima
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jastreb, loviti, torbariti, sokol, Hawk, sokola
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hryðja, Hawk, hauk, haukurinn, er valrinn
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
accipiter
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vanagas, atsikosėti, sakalas, jėgos šalininkas, atsikrenkšti
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
vanags, hawk, iznēsājot preces, javturis, blēdis
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
јастреб, сокол, јастребот, Хок, јастреби
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
șoim, Hawk, uliu, soim, vultur
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
sokol, hawk, sokola, kragulj, Jastreb
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
sokol, jastrab, Hawk, jestřáb
Τυχαίες λέξεις