Heil στα ελληνικά

Μετάφραση: heil, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωτηρία, ασφάλεια, με ασφάλεια, ασφαλή, ασφαλώς
Heil στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abgang στα ελληνικά - έξοδος, απόκλιση, αναχώρηση, αφήνοντας, αφήνει, έβγαλε, έξοδο, ...
  • abschaum στα ελληνικά - γλίτσα, απόβρασμα, αφρού, αποβράσματα, αφρό, αφρός
  • beschaffenheiten στα ελληνικά - υφές, υφή, συστάσεις, υφών, η υφή
  • bücherrevision στα ελληνικά - ελέγχω, βιβλία, τα βιβλία, βιβλίων, βιβλία που, βιβλίο
Τυχαίες λέξεις
Heil στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωτηρία, ασφάλεια, με ασφάλεια, ασφαλή, ασφαλώς