Heilen στα ελληνικά
Μετάφραση: heilen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεραπεύω, επισκευάζω, επουλώνω, μεταχειρίζομαι, γιατρεύω, κερνώ, παστώνω, αλατίζω, κέρασμα, καπνίζω, επουλώνομαι, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abbildung στα ελληνικά - είδωλο, χάρτης, εικονογράφηση, μεταμόρφωση, εικόνα, χαρτογραφώ, απεικονίσεων, ...
- abhilfe στα ελληνικά - επανορθώνω, αποκαθιστώ, θεραπεία, φάρμακο, προσφυγής, λύση, προσφυγή
- balneologe στα ελληνικά - Balneologe
- beiboot στα ελληνικά - λέμβος, λέμβο, βαρκάκι, λέμβων, φουσκωτό
Τυχαίες λέξεις
Heilen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεραπεύω, επισκευάζω, επουλώνω, μεταχειρίζομαι, γιατρεύω, κερνώ, παστώνω, αλατίζω, κέρασμα, καπνίζω, επουλώνομαι, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται
Μεταφράσεις: θεραπεύω, επισκευάζω, επουλώνω, μεταχειρίζομαι, γιατρεύω, κερνώ, παστώνω, αλατίζω, κέρασμα, καπνίζω, επουλώνομαι, επουλωθούν, θεραπεύσει, θεραπεύει, να θεραπεύσει, επουλώνονται