Επουλώνω στα γερμανικά

Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
heilen, kurieren, zu heilen, Heilung, heilt
Επουλώνω στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επουλώνω

απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας γερμανικά, επουλώνω στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • εποπτεύω στα γερμανικά - kontrollieren, prüfen, überwachen, überprüfen, revidieren, beaufsichtigen, zu überwachen, ...
  • επουλώνομαι στα γερμανικά - heilen, kurieren, vernarben
  • επουράνιος στα γερμανικά - himmlisch, paradiesisch, himmlischen, himmlische, Himmels
  • επουσιώδης στα γερμανικά - unkörperlich, metaphysisch, gleichgültig, unwichtig, immateriell, unwesentlich, immateriellen
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: heilen, kurieren, zu heilen, Heilung, heilt