Henkel στα ελληνικά
Μετάφραση: henkel, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, μεταχειρίζομαι, κράτημα, χερούλι, πιάνω, αμπάρι, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- affront στα ελληνικά - προσβολή, μικρός, ελαφρός, ελαφρά, μικρή, μικρές
- akteur στα ελληνικά - παίκτης, συμμέτοχος, συμμετέχων, συμμετέχοντα, συμμετέχοντος, συμμετέχοντες
- besinnlich στα ελληνικά - στοχαστικός, στοχαστική, στοχαστικό, στοχαστικές, στοχαστικής
- bioinformatik στα ελληνικά - βιοπληροφορική, βιοπληροφορικής, η βιοπληροφορική, της βιοπληροφορικής, τη βιοπληροφορική
Τυχαίες λέξεις
Henkel στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, μεταχειρίζομαι, κράτημα, χερούλι, πιάνω, αμπάρι, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Μεταφράσεις: λαβή, χειρίζομαι, κρατώ, μεταχειρίζομαι, κράτημα, χερούλι, πιάνω, αμπάρι, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται