Λέξη: αγγειοπλάστης

Σχετικές λέξεις: αγγειοπλάστης

αγγειοπλάστης βικιπαιδεια, ο αγγειοπλάστης

Συνώνυμα: αγγειοπλάστης

κεραμική

Μεταφράσεις: αγγειοπλάστης

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
potter, a potter
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
alfarero, ceramista, Potter
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
töpfer, Töpfer, potter, Töpfers
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bricoler, potier, Potter, potière, poterie
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
vasaio, Potter, ceramista, vasaio di
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
oleiro, Potter, ceramista, de oleiro
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
pottenbakker, Potter, de pottenbakker, pottenbakker van, de pottenbakker van
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
лентяйничать, копошиться, лодырничать, гончар, бездельничать, Поттер, горшечник, гончара
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
pottemaker, potter, keramiker, pottemake, pottemakeren
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
keramiker, potter, krukmakare, krukmakaren
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ruukuntekijä, savenvalaja, Potter, savenvalajan, potterin
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
Potter, pottemager, pottemageren, keramiker
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hrnčíř, potter, hrnčířská, hrnčírská, hrnčíře
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
majstrowanie, włóczyć, garncarz, grzebać, potter, garncarza, Pottera, garncarzem
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
fazekas, Potter, Pottert, fazekasnak, a fazekas
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
oyalanmak, çömlekçi, potter, çömlek, Potter'ın
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кімнатний, консервований, гончар
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
poçar, poçari, potter, poçari që, poçari që e
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
грънчар, Потър, грънчарски, грънчарско
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ганчар, Гончар
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sagima, pottsepp, Potter, Potteri, potissepa, potissepal
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
grnčar, tumarati, ljenčariti, lončar, Potter, lončar nema, Potter je
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Potter, leirkerasmiður, leirkerasmiðurinn, Leirkerjasmiðurinn
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
puodžius, Poteris, potter, puodžiaus, krapštinėtis
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
podnieks, Poters, potter, Potera, podnieka
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
грнчарот, Потер, грнчар, грнчарска, грнчарот ја
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
olar, Potter, olarului, olarul, de olar
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
potter, lončar, lončarska, lončarji, Grnčar
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
hrnčiar, hrnčiarov
Τυχαίες λέξεις