Humanität στα ελληνικά
Μετάφραση: humanität, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abenteurerin στα ελληνικά - τυχοδιώκτρια, τυχοδιώκτης, adventuress
- baumharz στα ελληνικά - ρετσίνι, ρητίνη, ρητίνης, της ρητίνης, ρητίνη που
- behördlich στα ελληνικά - επίσημες, επίσημη, επίσημος, επίσημων, επίσημο
- drittes στα ελληνικά - τρίτος, τρίτες, τρίτο, τρίτη, τρίτων
Τυχαίες λέξεις
Humanität στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα
Μεταφράσεις: ανθρωπότητα, ανθρωπότητας, της ανθρωπότητας, την ανθρωπότητα, η ανθρωπότητα