Korrektur στα ελληνικά
Μετάφραση: korrektur, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διόρθωση, μπάλωμα, τροπολογία, διόρθωμα, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anstiege στα ελληνικά - αυξήσεις, οι αυξήσεις, αυξάνει, αυξήσεων, αυξάνεται
- aufklärende στα ελληνικά - διαφωτιστικός, διαφωτιστική, διαφωτιστικό, διαφωτιστικές, διαφωτιστικά
- besitzerin στα ελληνικά - κτήτορας, κάτοχος, ιδιοκτήτης, ιδιοκτήτις, ιδιοκτήτρια, proprietress, ιδιοκτήτριας
- bewerbung στα ελληνικά - χρήση, προσήλωση, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
Τυχαίες λέξεις
Korrektur στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διόρθωση, μπάλωμα, τροπολογία, διόρθωμα, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση
Μεταφράσεις: διόρθωση, μπάλωμα, τροπολογία, διόρθωμα, διόρθωσης, διορθώσεως, τη διόρθωση, η διόρθωση