Krampen στα ελληνικά
Μετάφραση: krampen, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σύσπαση, κράμπα, συνδετήρες, συρραπτικά, συνδετήρων, staples, συνδετήρες συρραφής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abschlüsse στα ελληνικά - οικονομικές καταστάσεις, οικονομικών καταστάσεων, δημοσιονομικές καταστάσεις, των οικονομικών καταστάσεων, τις οικονομικές καταστάσεις
- altersgrau στα ελληνικά - παλιό, παλιά, παλαιά, παλαιών, παλιές
- ausschweifend στα ελληνικά - υπερβολικός, άσωτος, έκλυτος, έκλυτο, έκλυτη, ακόλαστου
- befreien στα ελληνικά - μπόσικος, εκκρίνω, εκφωνώ, δωρεάν, δημοσιεύω, λάσκος, τσάμπα, ...
Τυχαίες λέξεις
Krampen στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σύσπαση, κράμπα, συνδετήρες, συρραπτικά, συνδετήρων, staples, συνδετήρες συρραφής
Μεταφράσεις: σύσπαση, κράμπα, συνδετήρες, συρραπτικά, συνδετήρων, staples, συνδετήρες συρραφής