Λέξη: αμφισημία
Σχετικές λέξεις: αμφισημία
συντακτική αμφισημία, αμφισημία γλώσσα, λεξική αμφισημία, αμφισημία συνωνυμα, αμφισημία ορισμός, αμφισημία λεξικό, αμφισημία λέξεων, δομική αμφισημία, αμφισημία συνωνυμο, αμφισημία παράδειγμα
Μεταφράσεις: αμφισημία
αμφισημία στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
amphibology, ambiguity, ambivalence, ambiguous, the ambiguity
αμφισημία στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ambigüedad, la ambigüedad, ambigüedades, ambigüedad en, ambigüedad de
αμφισημία στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
Mehrdeutigkeit, Zweideutigkeit, Vieldeutigkeit, Ambiguität, Unklarheit
αμφισημία στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
amphibologie, ambiguïté, l'ambiguïté, ambiguïtés, équivoque, d'ambiguïté
αμφισημία στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ambiguità, l'ambiguità, dell'ambiguità, un'ambiguità, di ambiguità
αμφισημία στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ambiguidade, ambigüidade, ambiguidades, a ambiguidade, a ambigüidade
αμφισημία στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dubbelzinnigheid, ambiguïteit, onduidelijkheid, dubbelzinnig, ondubbelzinnig
αμφισημία στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
двусмысленность, неоднозначность, неопределенность, неоднозначности, двусмысленности
αμφισημία στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tvetydighet, tvetydigheten, tvetydig, flertydighet, tvetydigheter
αμφισημία στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tvetydighet, oklarheter, oklarhet, tvetydigheter, tvetydigheten
αμφισημία στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
epäselvyys, epäselvyyttä, epäselvyydet, epäselvyyden, moniselitteisyys
αμφισημία στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tvetydighed, uklarhed, flertydighed, tvetydigheder, tvetydigheden
αμφισημία στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dvojsmysl, dvojznačnost, nejasnost, nejednoznačnost, nejednoznačnosti, mnohoznačnost
αμφισημία στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dwuznaczność, amfibologia, niejasność, niejednoznaczność, wieloznaczność, dwuznaczności
αμφισημία στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kétértelműség, kétértelműséget, egyértelmű, félreérthetőség, bizonytalanság
αμφισημία στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
belirsizlik, belirsizliği, muğlaklık, bir belirsizlik, belirsizliğin
αμφισημία στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
двозначність, двозначності
αμφισημία στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dykuptimësi, paqartësi, paqartësia, ambiguiteti, ambiguitet
αμφισημία στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
двусмислие, двусмисленост, неяснота, неопределеност, неясноти
αμφισημία στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
двухсэнсоўнасць, двухсэнсоўнасьць, двухсэнсавасць, непрыстойнае, двухзначнасць
αμφισημία στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
mitmemõttelisus, ebaselgust, ebaselguse, mitmetähenduslikkus
αμφισημία στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dvosmislenost, dvosmislenosti, neodređenost, nejasnoća, višeznačnost
αμφισημία στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tvíræðni
αμφισημία στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dviprasmybė, dviprasmiškumas, dviprasmiškumo, dviprasmiškumą, dviprasmybės
αμφισημία στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
neskaidrība, divdomība, neskaidrības, nenoteiktība
αμφισημία στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
двосмисленост, двосмисленоста, нејасност, двосмислености, амбигвитет
αμφισημία στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ambiguitate, ambiguitatea, ambiguități, ambiguității, de ambiguitate
αμφισημία στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dvoumnost, nejasnosti, nejasnost, dvoumnosti, dvoumno
αμφισημία στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dvojznačnosť, nejasnosť, nejasnosti, nejednoznačnosť, akejkoľvek dvojznačnosti
Τυχαίες λέξεις