Krankenschwester στα ελληνικά

Μετάφραση: krankenschwester, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα
Krankenschwester στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • advent στα ελληνικά - έλευση, ερχομός, Advent, Παρουσία, την Advent, ερχομό
  • anfeindungen στα ελληνικά - εχθρότητα, εχθρότητας, την εχθρότητα, εχθρικότητα, εχθρική
  • aufgedunsene στα ελληνικά - πρησμένος, υπερμεγέθης, φουσκωμένη, πρησμένο, φουσκωμένος
  • direkteste στα ελληνικά - πιο άμεσο, πιο άμεση, πιο άμεσος, αμεσότερη, αμεσότερο
Τυχαίες λέξεις
Krankenschwester στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βάγια, νοσοκόμα, νοσηλευτή, νοσηλεύτρια, τη νοσοκόμα, η νοσοκόμα