Λέξη: ρόγα

Συνώνυμα: ρόγα

σταφύλι, αμπέλι, θηλή μαστού, θηλή, ρώγα

Μεταφράσεις: ρόγα

ρόγα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
berry, nipple, titty, grape, berry by

ρόγα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
baya, pezón, titty, alienworld, teta, Sexo En, Sexo En El

ρόγα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
sauger, noppe, knospe, gumminoppe, nippel, beere, brustwarze, rohrstutzen, Titty, TITTENFICK, Titten, UND TITTENFICK

ρόγα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
sucette, baie, mamelon, tétine, proéminence, titty, téton, Branlette

ρόγα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
bacca, capezzolo, titty, di titty

ρόγα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
estreitamento, mamilo, baga, bocal, maminha, titty, do Titty, Titty de, teta

ρόγα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
tepel, bes, speen, titty, tieten

ρόγα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зерно, пузырь, сосок, ягода, икринка, соска, сопка, патрубок, бугор, ниппель, женская, Titty, трах в, трах

ρόγα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
bær, brystvorte, Pupper, Titty, puppe, Puppen

ρόγα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
napp, bär, spene, titty, BRÖSTVÅRTA, VÅRTA

ρόγα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nänni, nisä, titty, tissi

ρόγα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
bær, Titty, pat

ρόγα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dudlík, výstupek, cecík, Titty

ρόγα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bijnik, zwornik, sutka, smocze, cyc, iglica, nasuwka, złączka, wzniesienie, jagoda, smoczek, cycek, sutek, brodawka, titty

ρόγα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
cumi, hegydomborulat, vastagodás, csecs, gumicucli, Titty, cici

ρόγα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çilek, titty, striptiz, Meme, Göğüs, göre meme

ρόγα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пузир, ягода, зерно, пузирчик, соска, зернина, зернину, жіноча, Жіночий, женская, жіноче, Жіночій

ρόγα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sisë, titty

ρόγα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съска, ягода, Titty

ρόγα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
жаночая, женская

ρόγα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nippel, lutipudel, mari, nibu, titty, tissi, tissist

ρόγα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mjehur, brdašce, jagoda, cucla, bobica, brežuljak, bradavica, titty

ρόγα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ber, titty

ρόγα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
papilla, baca

ρόγα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
uoga, uogauti, spenelis, titty, spenys

ρόγα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
oga, titty

ρόγα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
titty

ρόγα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
sfârc, bacă, Titty, ala mic

ρόγα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
cucelj, titty

ρόγα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
bobule, Titty, Tittel
Τυχαίες λέξεις