Lazarett στα ελληνικά

Μετάφραση: lazarett, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
νοσοκομείο, νοσοκομείου, νοσοκομειακή, του νοσοκομείου, νοσοκομειακής
Lazarett στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • binderstein στα ελληνικά - κεφαλιά, συνδετικό, συνδετικό υλικό, συνδετικού υλικού, συνδετικό μέσο, δέσιμο φύλλων
  • blendung στα ελληνικά - αγριοκοιτάζω, λάμψη, εκτυφλωτικό, εκτυφλωτική, τυφλώνει, εκτυφλωτικά, προκαλούν τύφλωση
Τυχαίες λέξεις
Lazarett στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: νοσοκομείο, νοσοκομείου, νοσοκομειακή, του νοσοκομείου, νοσοκομειακής