Liebevoll στα ελληνικά
Μετάφραση: liebevoll, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ήπιος, καλοήθης, καλοκάγαθος, στοργικός, στοργικά, αγάπη, με αγάπη, υπέροχα, όμορφα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ausguck στα ελληνικά - τσιλιαδόρος, σκοπιά, προοπτική, Αναμένουμε-out
- ausrede στα ελληνικά - συγχωρώ, αφορμή, δικαιολογία, δικαιολογία για, πρόσχημα, πρόφαση
- ballaststoffe στα ελληνικά - πίτουρα, χονδροαλεσμένη, ακατέργαστη χορτονομή, ακατέργαστης χορτονομής, χονδραλεσμένη ζωοτροφή
- beil στα ελληνικά - τσεκούρι, πελέκι, πέλεκας, μπαλτάς, πέλεκυς, τάπητας, το τσεκούρι
Τυχαίες λέξεις
Liebevoll στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ήπιος, καλοήθης, καλοκάγαθος, στοργικός, στοργικά, αγάπη, με αγάπη, υπέροχα, όμορφα
Μεταφράσεις: ήπιος, καλοήθης, καλοκάγαθος, στοργικός, στοργικά, αγάπη, με αγάπη, υπέροχα, όμορφα