Mal στα ελληνικά

Μετάφραση: mal, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πολλαπλασιασμός, βαθμός, σημαίνω, σημειώνω, αναπαραγωγή, φορές, χρόνους, χρόνοι, ώρες, φορές την
Mal στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstinenzler στα ελληνικά - τελείως απέχων των οινομπνευματωδών ποτών
  • assoziiert στα ελληνικά - σχετίζονται, συνδέονται, που συνδέονται, σχετίζεται, που σχετίζονται
  • boa στα ελληνικά - βοάς, γούνα του λαιμού, Boa, Μπόα, Μποα
Τυχαίες λέξεις
Mal στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πολλαπλασιασμός, βαθμός, σημαίνω, σημειώνω, αναπαραγωγή, φορές, χρόνους, χρόνοι, ώρες, φορές την