Meißeln στα ελληνικά

Μετάφραση: meißeln, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγαλμα, γλυπτική, γλυπτό, σμίλη, καλέμι, κοπίδι, σμίλης, σκαρπέλο
Meißeln στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • appendix στα ελληνικά - προσάρτημα, παράρτημα, προσαρτήματος, το παράρτημα, του προσαρτήματος
  • bankier στα ελληνικά - τραπεζίτης, τραπεζίτη, τράπεζα, τραπεζικής, τράπεζας
  • blütenrispe στα ελληνικά - Blütenrispe
  • dudelsack στα ελληνικά - γκάιντα, γκάιντες, bagpipes, οι γκάιντες, γκάιντας
Τυχαίες λέξεις
Meißeln στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγαλμα, γλυπτική, γλυπτό, σμίλη, καλέμι, κοπίδι, σμίλης, σκαρπέλο