Ministrant στα ελληνικά

Μετάφραση: ministrant, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ακόλουθος, λειτουργικός, λειτουργός, υπηρέτης
Ministrant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abschrägen στα ελληνικά - λοξή γωνία, λοξεύω, λοξότμηση, λοξοτμήσεως, κωνικούς
  • aromen στα ελληνικά - γεύσεις, γεύσεων, αρώματα, γεύση, αρωμάτων
  • ausleihen στα ελληνικά - δανείζομαι, δανειστεί, δανείζονται, δανειστούν, δανειστείτε
  • bestätigung στα ελληνικά - απόδειξη, αναγνώριση, ενίσχυση, επιδοκιμασία, οπισθογράφηση, πειστήριο, επιβεβαίωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Ministrant στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ακόλουθος, λειτουργικός, λειτουργός, υπηρέτης