Mitglied στα ελληνικά

Μετάφραση: mitglied, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μέλος, στέλεχος, κράτη, μέλους, τα κράτη, των κρατών
Mitglied στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autograph στα ελληνικά - αυτόγραφο, αυτόγραφό, το αυτόγραφό, αυτόγραφου, το αυτόγραφο
  • beendend στα ελληνικά - κατάληξη, λήγει, που λήγει, έληξε, που έληξε
  • bestimmtheit στα ελληνικά - σκοπός, αποφασιστικότητα, βεβαιότητα, δικαίου, ασφάλεια, του δικαίου, ασφάλειας
  • dunkelhaarig στα ελληνικά - μελαχρινός, μελαχρινή
Τυχαίες λέξεις
Mitglied στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μέλος, στέλεχος, κράτη, μέλους, τα κράτη, των κρατών