Λέξη: όπου
Σχετικές λέξεις: όπου
όπου επισκιάσει η χάρις σου αρχάγγελε, όπου υπάρχει αγάπη, όπου φυσάει ο άνεμος - κώστας τουρνάς, όπου δει, όπου γης, όπου ανθεί ο μέσος όρος παύω να υπάρχω, όπου και να ταξιδέψω η ελλάδα με πληγώνει, όπου δεν πίπτει λόγος πίπτει ράβδος, όπου με πας, όπου λαλούν χαλάνδρι
Μεταφράσεις: όπου
όπου στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
where, wherein, which, in which, where it
όπου στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adonde, donde, en, cuando, dónde
όπου στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
wo, denen, wobei, wenn
όπου στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ou, où, lorsque, où les, cas
όπου στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
dove, ove, cui, in cui, se
όπου στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
onde, donde, em que, que, em
όπου στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
waar, wanneer, waarin, waarbij
όπου στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
откуда, куда, где, там, когда, котором
όπου στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hvor, der, hvor nøyaktig, hvor du
όπου στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
var, där, om, när
όπου στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jonne, missä, minne, jossa, joissa
όπου στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
hvor, hvis, når
όπου στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kam, odkud, kde, pokud, kdy
όπου στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dokąd, tam, kiedy, gdzież, gdzie, skąd, gdziekolwiek, stosownie, w którym, w których
όπου στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
ahol, amikor, ahol a
όπου στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
nerede, burada, nereye, yerde, yere
όπου στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
звідки, де, десь
όπου στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nga, ku, kur, se ku, aty ku
όπου στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
където, къде, когато
όπου στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
або, цi, дзе, где, дзесьці
όπου στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kus, kui, vajaduse
όπου στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
gdje, u kojoj, gdje je, u kojima
όπου στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hvar, þar, þar sem, sem, ef
όπου στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
quo, ubi, quatenus
όπου στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kur, kurioje
όπου στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
kur, ja, kurā
όπου στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
каде, каде што, кога
όπου στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
unde, în care, cazul în care, în cazul, în cazul în care
όπου στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kam, kjer, kje, kjer je, kadar, kadar je
όπου στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kam, kde, odvolávajúce, ktorých, ktorom, v ktorých