Nichtigkeit στα ελληνικά
Μετάφραση: nichtigkeit, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ματαιοδοξία, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιότητα, αναπηρίας, ακυρότητας, αναπηρία, ακυρότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anheften στα ελληνικά - γόμφος, καρφίτσα, αποδίδουν, επισυνάψετε, συνδέστε, επισυνάπτει, συνδέσετε
- aufgespart στα ελληνικά - ήταν, υπήρξε, έχουν, έχει, γίνει
- besprechend στα ελληνικά - συζήτηση, συζητώντας, συζητούν, συζητά, συζητάμε
- bestechen στα ελληνικά - αλλοιώνω, εκμαυλίζω, ξεμαυλίζω, λουφές, αγοράζω, διαφθείρω, δωροδοκία, ...
Τυχαίες λέξεις
Nichtigkeit στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ματαιοδοξία, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιότητα, αναπηρίας, ακυρότητας, αναπηρία, ακυρότητα
Μεταφράσεις: ματαιοδοξία, κενοδοξία, φιλαυτία, ματαιότητα, αναπηρίας, ακυρότητας, αναπηρία, ακυρότητα