Periode στα ελληνικά

Μετάφραση: periode, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στρογγυλός, γύρος, διάστημα, κύκλος, περίοδος, περιοδεία, διάρκεια, περίοδο, περιόδου
Periode στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ableben στα ελληνικά - ζουν, ζει, ζήσουν, ζήσει, ζούμε
  • apokalypse στα ελληνικά - αποκάλυψη, Αποκάλυψης, Apocalypse, Αποκαλύψεως, την αποκάλυψη
  • bürsten στα ελληνικά - σκούπα, βούρτσα, πινέλο, βουρτσίζω, βούρτσας, βουρτσάκι, πινέλου
Τυχαίες λέξεις
Periode στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στρογγυλός, γύρος, διάστημα, κύκλος, περίοδος, περιοδεία, διάρκεια, περίοδο, περιόδου