Λέξη: ατομικισμός

Σχετικές λέξεις: ατομικισμός

ατομικισμός συνωνυμα, αναρχικός ατομικισμός, ατομικισμός και ιδιοκτησία, ατομικισμός και συλλογικότητα, ατομικισμός λεξικό, μεθοδολογικός ατομικισμός, ατομικισμός συνώνυμο, ατομικισμός εκθεση, ατομικισμός ορισμός, ατομικισμός αντώνυμο

Συνώνυμα: ατομικισμός

φιλαυτία

Μεταφράσεις: ατομικισμός

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
individualism, individualism of, of individualism, individualism and
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
individualismo, el individualismo, del individualismo
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
individualismus, eigenwilligkeit, Individualismus, Individualität, den Individualismus, der Individualismus
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
individualisme, l'individualisme, un individualisme, d'individualisme
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
individualismo, l'individualismo, dell'individualismo, all'individualismo
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
individualismo, o individualismo, do individualismo
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
individualisme, het individualisme, individualiteit, individualisering
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
индивидуализм, индивидуализма, индивидуализмом, индивидуализму
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
individualisme, individualismen, individualitet, individual
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
individualism, individualismen, individualismens
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
individualismi, individualismin, individualismia, yksilöllisyys, individualismista
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
individualisme, individualismen, individualismens, individualitet
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
individualismus, individualismu, individualismem, individualizmus
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
indywidualizm, indywidualizmu, indywidualizmem, indywidualizmowi
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
individualizmus, az individualizmus, individualizmust, individualizmussal, individualizmusa
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bireycilik, bireysellik, bireyselliğin, bireyselcilik, bireyciliği
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
одноособовий, особа, індивідуальний, суб'єкт, індивідуалізм
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
individualizëm, individualizmi, individualizmit, individualizmin, e individualizmit
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
индивидуализъм, индивидуализма, индивидуализмът
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
індывідуалізм
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
individualism, individualismi, individuaalsemaks, individualismist, individuaalsuses
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
individualizam, individualizma, je individualizam, individualnost, inividualizam
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
einstaklingshyggja, Einstaklingshyggju
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
individualizmas, individualizmo, individualizmą, individualumas, apimti individualizmo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
individuālisms, individuālismu, individualitāte, individuālismam, individualisms
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
индивидуализам, индивидуализмот
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
individualism, individualismul, individualismului, de individualism, un individualism
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
individualizem, individualizmu, individualizma, individualnost
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
individualizmus, individualizmu
Τυχαίες λέξεις