Prächtig στα ελληνικά
Μετάφραση: prächtig, Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γερμανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έξοχα, υπέροχος, εξαίσιος, φανταστικός, ωραίος, ένδοξος, λαμπερός, αβρός, έξοχος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arbeitskraft στα ελληνικά - εργάτης, εργαζόμενος, εργαζομένου, εργαζόμενο, εργαζομένων
- auflagekraft στα ελληνικά - φέρουσα, καταπόνηση των εδράνων
- bekundend στα ελληνικά - εκφράζοντας, εκφράζοντας την, που εκφράζουν, που εκφράζει, Η έκφραση
- bildhauer στα ελληνικά - γλύπτης, λαξευτής, γλύπτη, γλύπτρια, του γλύπτη, γλύπτριας
Τυχαίες λέξεις
Prächtig στα ελληνικά - Λεξικό: γερμανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έξοχα, υπέροχος, εξαίσιος, φανταστικός, ωραίος, ένδοξος, λαμπερός, αβρός, έξοχος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά
Μεταφράσεις: έξοχα, υπέροχος, εξαίσιος, φανταστικός, ωραίος, ένδοξος, λαμπερός, αβρός, έξοχος, υπέροχα, μεγαλοπρεπώς, θαυμάσια, μεγαλόπρεπα, θεαματικά